Αυτός είναι ένας τρόπος να προσελκύσεις ανθρώπους στη τέχνη
Προειδοποίηση !!!: Το καλλιτεχνικό βίντεο που ακολουθεί είναι από την επίσημη σελίδα του Παριζιάνικου Μουσείου «Musée d’Orsay» με ολόγυμνα κορμιά που παραπέμπουν σε ΟΡΓΙΟ
Λένε ότι το σεξ πουλάει, και σπανίως πέφτουν έξω πόσο μάλλον αν το σεξ μετατρέπεται σε όργιο.
Έτσι αυτή τη διαφημιστική καμπάνια αποφάσισε να ακολουθήσει το μουσείο «Musée d’Orsay» στο Παρίσι εγκαινιάζοντας την έκθεση με τίτλο «Sade. Attacking the Sun» αποτείνοντας φόρο τιμής στον Μαρκήσιο Ντε Σάντ, (Ντονασιέν Αλφόνς Φρανσουά ντε Σαντ) ή «θείος μαρκήσιος», όπως έμεινε γνωστός ο διαβόητος πορνογράφος που άφησε το στίγμα του βαθιά χαραγμένο σε περισσότερα πράγματα απ’ όσα συνήθως μνημονεύεται. Υπήρξε υπέρμαχος της κοινωνικής ελευθεριότητας και της ερωτικής ακολασίας, ένας σφόδρα άθεος και αντι-κληρικαλιστής ηδονοθήρας που έμελλε να γίνει βουλευτής κατά τη Γαλλική Επανάσταση, σε μια ζωή που μετρά στιγμιότυπα βγαλμένα από κινηματογραφική ταινία.
Λίγα λόγια για τον Μαρκήσιο Ντε Σάντ
Γεννιέται στις 2 Ιουνίου 1740 στο Παρίσι ως το μοναχοπαίδι μιας αριστοκρατικής μεν οικογένειας, που είχε ξεπέσει ωστόσο οικονομικά. Ο ίδιος έβαλε βέβαια σκοπό να απολαύσει ως το μεδούλι τους όλες τις ανέσεις και τις ακολασίες που μπορούσε να προσφέρει ο 18ος αιώνας στην κυρίαρχη φεουδαρχική τάξη.
Ο ντε Σαντ είχε ένα δύστροπο του χαρακτήρα. Ο κόμης πατέρας του απολάμβανε έκλυτο βίο και ασχολούνταν με τη διπλωματία και τη στρατιωτική ζωή στην αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ’, ενώ η κοσμική μητέρα του ήταν απούσα. Ο πατέρας τους, τους εγκαταλείπει και η μητέρα του κλείνεται σε μοναστήρι. Την επιμέλεια του αναλαμβάνει πια ο θείος του, αββάς του Σαντ, ιδιαίτερα όταν ο νεαρός μαρκήσιος χειροδικεί κατά του γάλλου πρίγκιπα και στέλνεται άρον-άρον στον νότο (Προβηγκία) για να γλιτώσει τις κυρώσεις. Ο θείος του είναι που εισάγει το εξάχρονο αγόρι στις απολαύσεις της σάρκας, προκαλώντας μέγα σκάνδαλο όταν πιάστηκε σε οίκο ανοχής. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1750, ο ντε Σαντ επιστρέφει στο Παρίσι για να φοιτήσει στο ιησουητικό σχολείο Lycée Louis-le-Grand. Οι αταξίες του ωστόσο θα τον υποβάλλουν συχνά στην περιώνυμη αυστηρότητα των ιησουητών, σε σωματική τιμωρία να περιλαμβάνει ακόμα και μαστίγωμα. Ο νεαρός ντε Σαντ παθιάζεται με την ιδέα του πόνου, του βασανισμού και της βίας.
Σε ηλικία 14 ετών ο πατέρας τον απομακρύνει από το ιησουιτικό κολέγιο και τον προορίζει για στρατιωτική καριέρα. Στα 18 του, ο έφηβος μαρκήσιος συμμετέχει στον Επταετή Πόλεμο, διακρίνεται στη μάχη και παρασημοφορείται από τον ίδιο τον Λουδοβίκο ΙΕ’, την ίδια ώρα που η ευτυχία του ολοκληρώνεται με έναν γάμο. Παρά το γεγονός ότι διατηρεί ερωτικές σχέσεις με τη δεσποινίδα ντε Λορίς, υποτάσσεται στην πατρική εξουσία και τον γάμο συμφέροντος και παντρεύεται το 1763 τη Ρενέ-Πελαζί ντε Μοντρέιγ, κόρη ευκατάστατου κυβερνητικού στελέχους, με την οποία θα αποκτήσει τρία παιδιά.
Η συζυγική ζωή, μόνο πολυτάραχη μπορεί να χαρακτηριστεί. Παρά τον έγγαμο βίο του, ο ντε Σαντ διατηρεί αναρίθμητες εξωσυζυγικές σχέσεις, κυρίως με ιερόδουλες, και σε μια τέτοια συνεύρεση κατηγορείται από την κοπέλα για βλασφημία και σοδομισμό. Πέντε μήνες μετά το γάμο του ο ντε Σαντ υποχρέωσε τη νεαρή ιερόδουλη να ενσωματώσουν χριστιανικά σύμβολα στις βίαιες περιπτύξεις τους, γεγονός που θα τον φέρει για πρώτη φορά πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, με βασιλική μάλιστα εντολή.
Πέρασε μόλις 15 ημέρες στη φυλακή, καθώς ο μάρτυρας κατηγορίας ήταν μια κοπέλα του δρόμου ενώ εκείνος ευγενής. Η ζωή του ντε Σαντ εισέρχεται πλέον σε μια έκλυτη φάση γεμάτη πλέον από σεξουαλικές επιθέσεις, βιασμούς ανηλίκων, καταγγελίες για βλασφημία, φυλακές, υπεκφυγές, διώξεις, υποσχέσεις συζυγικής αναμόρφωσης, μοιχείες και οικονομική στενότητα. Μέσα στο ακόλαστο αυτό πλαίσιο, ο Ντονασιέν αρχίζει να ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας και γράφει τους πρώτους του στίχους.
Την Κυριακή του Πάσχα του 1768, ο ντε Σαντ προσκαλεί μια καμαριέρα στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του, το σώμα της οποίας χαράζει μανιωδώς με τον σκαλισμένο χαρτοκόπτη του ρίχνοντας στις ανοιχτές πληγές λιωμένο κερί. Το γεγονός θα του φέρει άλλους 7 μήνες φυλάκισης. Ο ντε Σαντ ζούσε πλέον στο περιθώριο της αριστοκρατίας, παθιασμένος καθώς ήταν με την ερωτική βία και τις ακόλαστες συνευρέσεις. Επιδίδεται συνεχώς σε πράξεις σοδομισμού με ιερόδουλες και άντρες υπηρέτες του και παρά το γεγονός ότι ο σοδομισμός ήταν αρκετά κοινός στη γαλλική αριστοκρατία της εποχής, το δικαστήριο αποφασίζει να τον κάνει παράδειγμα προς αποφυγή, εξορίζοντάς τον στην Ιταλία.
Το περιστατικό που οδήγησε στην εξορία του ήταν η διαβόητη «Υπόθεση της Μασσαλίας»: η χρήση δηλαδή από τον μαρκήσιο της απαγορευμένης αφροδισιακής ουσίας κανθαριδίνης, γνωστής επίσης ως «ισπανικής μύγας». Αυτή τη φορά δεν υπήρξαν ούτε πληγές ούτε βεβηλωμένοι εσταυρωμένοι, αλλά μια τροφική δηλητηρίαση με γλυκά παραγεμισμένα με την εν λόγω σκόνη, περίφημη για τις αφροδισιακές ιδιότητές της, με θύματα κοπέλες ελευθερίων ηθών, οι οποίες αρρώστησαν όμως σοβαρά και κατηγόρησαν τον μαρκήσιο ότι προσπάθησε δηλητηριάζοντάς τες να τις προτρέψει σε πράξεις «ενάντια στη φύση». Η υπόθεση πήρε πανεθνικές διαστάσεις και ο ντε Σαντ κατηγορήθηκε για δηλητηρίαση και σοδομισμό, αδικήματα που επέφεραν τιμωρίες όπως ο αποκεφαλισμός και το κάψιμο στην πυρά! Ο μαρκήσιος, με τις διασυνδέσεις του, αλλάζει την ποινή σε εξορία και καταφεύγει στη Σαρδηνία, όπου συνεχίζει τον ίδιο ακόλαστο βίο.
Ο θάνατος του Λουδοβίκου ΙΕ’ ωστόσο και το ευνοϊκό κλίμα που δημιουργεί ο νέος βασιλιάς, Λουδοβίκος ΙΣΤ’, για την αριστοκρατία ακυρώνουν την καταδίκη του ντε Σαντ και ο ίδιος επιστρέφει στη Γαλλία το 1774. α σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο και περιλαμβάνουν το διαβόητο χαρέμι του με τις υπηρέτριες, την εμπλοκή της συζύγου του στα όργια που σκηνοθετεί κάθε βράδυ, την απόπειρα δολοφονίας του από τον πατέρα μιας νεαρής καμαριέρας (Ιανουάριος 1777) και πολλά-πολλά ακόμα σκάνδαλα που δεν μπορούν να παραμείνουν στη σκιά.
Ο ντε Σαντ κατηγορείται εκ νέου για «ακολασία και παιδοφιλία» και καταδικάζεται τελικά για «ακολασία και υπερβολική ελευθεριότητα». Η νέα περίοδος αυτοεξορίας στην Ιταλία θα διακοπεί βέβαια από τη σύλληψή του, καθώς εκκρεμούσαν εναντίον του πλήθος δικαστικών υποθέσεων, και ο μαρκήσιος θα συλληφθεί τελικά και θα ριχτεί στο μπουντρούμι, όπου και θα περάσει τα επόμενα δώδεκα χρόνια στη Βαστίλη αλλά και σε ψυχιατρεία. Η ποινή του ήταν μάλιστα η θανατική καταδίκη, αλλά με τις διασυνδέσεις του κατάφερε να την αλλάξει σε πολυετή φυλάκιση.
Έχοντας ήδη εγκαινιάσει τη συγγραφική του καριέρα με το «Ταξίδι στην Ιταλία», στην πρώτη αυτή περίοδο της φυλάκισής του θα παράξει περισσότερα από 15 χειρόγραφα, μεταξύ των οποίων και τα διαβόητα «Ζιστίν», «120 Μέρες στα Σόδομα» (γραμμένο στη Βαστίλη το 1785) και το αθεϊστικό εγκώμιο «Διάλογος μεταξύ ιερέα και μελλοθανάτου». Τη φυλάκισή του θα διακόψει βέβαια το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης και η πυρπόληση της Βαστίλης, με τον Μαρκήσιο ντε Σαντ να παίρνει χάρη από την επαναστατική κυβέρνηση στις 2 Ιουλίου 1789! Ο ντε Σαντ, φωνάζοντας από το κελί του, καταφέρνει να πείσει τους επαναστάτες -παρά την αριστοκρατική καταγωγή του- ότι υπήρξε θύμα της άρχουσας τάξης και της μοναρχίας και εντελώς αναπάντεχα όχι μόνο απελευθερώνεται αλλά καλωσορίζεται και στην επαναστατική κυβέρνηση!
Είναι πλέον 50 ετών.
Ο βαθύτατος πουριτανισμός του Ροβεσπιέρου θα αναγνωρίσουν κάποια στιγμή στο πρόσωπο του ντε Σαντ άλλον έναν εχθρό του νεότευκτου καθεστώτος και ο ίδιος θα ριχτεί για άλλη μια φορά στα μπουντρούμια ως διαφθορέας των ηθών: τον Δεκέμβριο του 1793 ο βουλευτής της επαναστατικής κυβέρνησης Μαρκήσιος ντε Σαντ καταδικάζεται για άλλη μια φορά σε θάνατο, γλιτώνει όμως την γκιλοτίνα και φυλακίζεται.
Όντας στο νέο του κελί, συγγράφει το 1795 τη σπουδαία, αν και έκφυλη, φιλοσοφική πραγματεία «Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ», αλλά και την αλληγορία «Αλίν και Βαλκούρ». Στα επόμενα πέντε χρόνια θα κυκλοφορήσουν επίσης τα μυθιστορήματα «Νέα Ζιστίν» και «Ιστορία της Ζιλιέτ» (1797), ανάμεσα σε άλλα. Κι ενώ ο ντε Σαντ επέζησε της επέλασης του Ροβεσπιέρου, ήταν η άνοδος του Βοναπάρτη στην εξουσία που θα προσυπέγραφε τον οριστικό χαμό του. Έχοντας ήδη αποκηρύξει δημόσια τα βλάσφημα και σκανδαλώδη κείμενά του (δημοσιευμένα πάντως ανώνυμα), που τόσο τα έβαλαν με το «σκήπτρο και το θυμιατό», όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο ακόλαστος μαρκήσιος, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποφυλακιστεί συντάσσει την περίφημη επιστολή του στον νέο ύπατο της Δημοκρατίας, Βοναπάρτη:
«Ο κύριος Ντε Σαντ, οικογενειάρχης, με έναν γιο διακριθέντα στον στρατό, προς μεγάλη του παρηγορία διάγει επί εννέα χρόνια, σε τρεις διαδοχικές φυλακίσεις, τον πλέον δυστυχισμένο βίο αυτού του κόσμου. Εβδομηντάρης, σχεδόν τυφλός, ταλανίζεται από αρθρίτιδα και ρευματισμούς και υποφέρει από φρικτούς πόνους στο στήθος και στο στομάχι». Ο ηγεμόνας δεν συγκινήθηκε από τις στομφώδεις κραυγές του ντε Σαντ και διατάσσει να μεταφερθεί σε άσυλο φρενοβλαβών. Από το 1810 μέχρι τον θάνατό του, στις 2 Δεκεμβρίου 1814, σε ηλικία 74 ετών, ο ντε Σαντ θα συντάξει τα στερνά πονήματά του και θα προλάβει να απολαύσει την τελευταία του λεία: την παράνομη σχέση του με τη 12χρονη κόρη του επιστάτη του ασύλου.
Σύμφωνα με την huffingtonpost.com στο βίντεο που ακολουθεί έχουν κάνει την σκηνοθεσία ο David Freymond και ο Florent Michel, ενώ μέσα σε 52 δεύτερα παρουσιάζεται μια θάλασσα από γυμνά ανθρώπινα σώματα που λικνίζονται στο ρυθμό της μουσικής και των οργίων.
Για όσους θέλουν να επισκεφτούν την έκθεση στο Παρίσι, να τους ενημερώσουμε ότι θα είναι ανοιχτή μέχρι 25 Ιανουαρίου του 2015!
Προειδοποίηση !!!: Το καλλιτεχνικό βίντεο που ακολουθεί είναι από την επίσημη σελίδα του Παριζιάνικου Μουσείου «Musée d’Orsay» με ολόγυμνα κορμιά που παραπέμπουν σε ΟΡΓΙΟ – Αν δεν σας ενδιαφέρει το θέμα, μην πατήσετε το βίντεο: Είναι Ακατάλληλο για Ανηλίκους σύμφωνα με τις οδηγίες της Κοινότητας.